Η Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών (CEDAW), υιοθετήθηκε το 1979 από τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ και συχνά περιγράφεται ως ένα διεθνές νομοσχέδιο αναφορικά με τα δικαιώματα των γυναικών. Αποτελείται από ένα προοίμιο και 30 άρθρα, που καθορίζουν τι συνιστά διάκριση εις βάρος των γυναικών και δημιουργεί μια ατζέντα για την εθνική δράση των κρατών με στόχο τον τερματισμό των διακρίσεων αυτών.
Η Σύμβαση ορίζει τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών ως «…κάθε διάκριση, αποκλεισμός ή περιορισμός που γίνεται με βάση το φύλο το οποίο έχει ως αποτέλεσμα ή σκοπό να προσβάλει ή να ακυρώσει την αναγνώριση, την απόλαυση ή την άσκηση από τις γυναίκες, ανεξάρτητα από την οικογενειακή τους κατάσταση, σε μια βάση ισότητας ανδρών και γυναικών, των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών στον πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό, πολιτιστικό, αστικό ή οποιοδήποτε άλλο τομέα.»
Όλα τα κράτη που έχουν αποδεχθεί την Σύμβαση δεσμεύθηκαν να αναλάβουν μια σειρά από μέτρα για τον τερματισμό των διακρίσεων κατά των γυναικών, όπως:
- την ενσωμάτωση της αρχής της ισότητας ανδρών και γυναικών στο νομικό τους σύστημα καταργώντας όλους τους νόμους που εισάγουν διακρίσεις και υιοθετώντας νομοθεσίες που απαγορεύουν τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών
- τη δημιουργία δικαστηρίων και άλλων δημόσιων οργανισμών που να διασφαλίζουν την αποτελεσματική προστασία των γυναικών έναντι των διακρίσεων
- την απομάκρυνση του συνόλου των διακρίσεων κατά των γυναικών από άτομα, οργανώσεις ή επιχειρήσεις.
- την λήψη όλων των απαραίτητων μέτρων κατά όλων των μορφών εμπορίας και εκμετάλλευσης των γυναικών.
Η Σύμβαση παρέχει τη βάση για την υλοποίηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών με την εξασφάλιση ίσης πρόσβασης και ίσων ευκαιριών για τις γυναίκες στην πολιτική και δημόσια ζωή – συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος του εκλέγειν και εκλέγεσθαι- στην εκπαίδευση, την υγεία και την απασχόληση. Είναι η μόνη συνθήκη για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που επιβεβαιώνει τα αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών και στοχοποιεί τις παραδοσιακές προκαταλήψεις και στερεότυπες στάσεις ως δυνάμεις επιρροής που διαμορφώνουν σε κάθε κοινωνία τους ρόλους των δύο φύλων και τις οικογενειακές σχέσεις.
Οι χώρες που έχουν επικυρώσει ή προσχωρήσει στη Σύμβαση είναι νομικά δεσμευμένες να θέσουν σε εφαρμογή τις διατάξεις της. Αναμένεται ότι θα λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, έτσι ώστε οι γυναίκες να μπορούν να απολαμβάνουν όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες. Έχουν δεσμευτεί επίσης να υποβάλουν εθνικές εκθέσεις, τουλάχιστον ανά τετραετία, σχετικά με τα μέτρα που έχουν λάβει για να συμμορφωθούν με τις συμβατικές υποχρεώσεις τους.
Για τον σκοπό αυτό, το 1982 συστάθηκε η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την Εξάλειψη των Διακρίσεων κατά των Γυναικών, ένα όργανο που αποτελείται από εμπειρογνώμονες σε θέματα των γυναικών από όλο τον κόσμο με όρους εντολής να παρακολουθεί την πρόοδο των γυναικών σε εκείνες τις χώρες που αποτελούν τα συμβαλλόμενα κράτη. Μια χώρα γίνεται συμβαλλόμενο κράτος με την επικύρωση ή την προσχώρηση στη Σύμβαση αποδεχόμενο παράλληλα τη νομική υποχρέωση για αντιμετώπιση των διακρίσεων κατά των γυναικών.
Για να βοηθήσει τα κράτη να προετοιμάσουν τις εθνικές τους εκθέσεις η εν λόγω Επιτροπή εξέδωσε κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με τις οποίες, η αρχική έκθεση να είναι μια λεπτομερή και πλήρη περιγραφή της θέσης των γυναικών στη χώρα κατά τη χρονική στιγμή της υποβολής της και να αποτελεί έτσι το σημείο αναφοράς βάσει του οποίου θα μπορεί να μετρηθεί η μετέπειτα πρόοδος. Οι επόμενες εθνικές εκθέσεις θα αφορούν ενημέρωση της προηγούμενης έκθεσης, με λεπτομερή καταγραφή των σημαντικών εξελίξεων που έχουν σημειωθεί, των βασικών τάσεων, καθώς επίσης και των όποιων εμποδίων για την πλήρη υλοποίηση της Σύμβασης.
Η Κύπρος επικύρωσε την Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών το 1985. Υπέβαλε την Αρχική και Δεύτερη Περιοδική της Έκθεση με ένα ενιαίο κείμενο το 1994, που κάλυπτε την περίοδο 1985-1993 και εξετάστηκε από την Επιτροπή τον Ιανουάριο του 1996. Η Τρίτη, Τέταρτη και Πέμπτη Περιοδική Έκθεση της Κύπρου που κάλυπτε την περίοδο 1994-2003, κατατέθηκε το 2004 επίσης με ένα ενιαίο κείμενο και εξετάστηκε το 2006. Η Έκτη και Έβδομη Περιοδική Έκθεση της Κυπριακής Δημοκρατίας για την Εφαρμογή της Σύμβασης για την Εξάλειψη κάθε Μορφής Διάκρισης σε Βάρος της Γυναίκας (CEDAW) κατατέθηκε το 2011 και εξετάστηκε το 2013 από την αρμόδια Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών στη Γενεύη. Σύμφωνα με τα σχόλια της Επιτροπής CEDAW, η Κύπρος έχει σημειώσει σημαντικά βήματα στον τομέα της νομοθετικής και θεσμικής μεταρρύθμισης για την Ισότητα, καθώς επίσης και της διαμόρφωσης πλαισίου πολιτικών με την υιοθέτηση εθνικών σχεδίων δράσης που στοχεύουν στην εξάλειψη των διακρίσεων και στην προώθηση της Ισότητας Ανδρών και Γυναικών σε διάφορους τομείς. Επιπρόσθετα, η Κύπρος έχει προχωρήσει στην κύρωση αρκετών διεθνών συμβάσεων που αφορούν στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Η Επιτροπή επεσήμανε παράλληλα αρκετά κενά και αδυναμίες και έχει προβεί σε μία σειρά από εισηγήσεις που αφορούν:
1) στην αναβάθμιση/ενίσχυση του Εθνικού Μηχανισμού για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και στον καλύτερο συντονισμό των Φορέων Ισότητας,
2) στην εξάλειψη των νομοθετικών διακρίσεων και στην παρακολούθηση της εφαρμογής των νομοθεσιών Ισότητας,
3) στη διαφώτιση/ενημέρωση της κοινωνίας και ιδιαίτερα των γυναικών για τα δικαιώματά τους, ώστε να προσφεύγουν στη δικαιοσύνη και τους νομικούς μηχανισμούς,
4) στην πρόληψη και καταπολέμηση όλων των μορφών βίας κατά των γυναικών και ιδιαίτερα της εμπορίας προσώπων για σεξουαλική και εργασιακή εκμετάλλευση,
5) στη λήψη μέτρων θετικής δράσης και στην ευρύτερη ευαισθητοποίηση και ενημέρωση των γυναικών σχετικά με τα δικαιώματά τους αλλά και των δημόσιων και κοινωνικών φορέων σχετικά με την αναγκαιότητα της ισόρροπης συμμετοχής ανδρών και γυναικών στη δημόσια και πολιτική ζωή και γενικά στις θέσεις λήψης αποφάσεων,
6) στη λήψη μέτρων για την οικονομική ενδυνάμωση των γυναικών και ιδιαίτερα των ευάλωτων ομάδων και
7) στην εξάλειψη των στερεοτύπων και των κοινωνικών προκαταλήψεων σε θέματα φύλου.
Αναμφίβολα, με τη θεσμική κατοχύρωση της ισότητας των δύο φύλων που έχει επιτευχθεί στις διεθνείς συμβάσεις, στα συντάγματα και τις νομοθεσίες παράλληλα με την κοινωνική εξέλιξη, ο ρόλος και η θέση της γυναίκας έχει αναβαθμιστεί. Η γυναίκα έχει πλήρη πολιτικά δικαιώματα, το οικογενειακό δίκαιο έχει εκσυγχρονιστεί και έχουν ληφθεί κοινωνικά μέτρα για την προστασία της μητρότητας και για την προστασία των γυναικών από τη βία. Ωστόσο η ανισότητα είναι ακόμη εμφανής στον τομέα της απασχόλησης ιδιαίτερα στη διαφορά των αμοιβών μεταξύ των δύο φύλων στον ιδιωτικό τομέα, στη δυσκολία πρόσβασης στην απασχόληση γυναικών με χαμηλά εκπαιδευτικά προσόντα και στην ανέλιξη των γυναικών σε διευθυντικές θέσεις. Περιορισμένη είναι δυστυχώς και η συμμετοχή των γυναικών στα κέντρα λήψης αποφάσεων ή τα δημόσια αξιώματα. Η γυναίκα αντιμετωπίζει ακόμη ανισότητα σε ότι αφορά τις ευθύνες έναντι της οικογένειας.
Η Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Διακρίσεων κατά των Γυναικών παραμένει, μέχρι σήμερα, ένα από τα σημαντικότερα διεθνή νομικά έγγραφα που παρέχει, σε εθνικό επίπεδο, από την κύρωσή της, το πλαίσιο των Κυβερνητικών πολιτικών για την ανύψωση του καθεστώτος των γυναικών και την επίτευξη πραγματικής ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών. Ωστόσο, παρά την πρόοδο που επιτεύχθηκε και τη συνεχή αύξηση της συμμετοχής των γυναικών σε όλους τους τομείς της ζωής, υπολείπονται ακόμα να γίνουν πολλά για την επίτευξη πλήρους ισότητας. Παρόλο που οι παραδοσιακές κοινωνικές προκαταλήψεις και στερεότυπες στάσεις φαίνεται να έχουν σημαντικά αλλάξει, εξακολουθούν να αποτελούν εμπόδιο για την πλήρη αναβάθμιση των γυναικών στην Κύπρο.
Η βελτίωση της θέσης της γυναίκας δεν αποτελεί, σε καμία περίπτωση, λόγο επανάπαυσης και εφησυχασμού. Οι γυναίκες, έρχονται πρώτες απ΄ όλους αντιμέτωπες με τις καταστροφικές επιπτώσεις των πολιτικών της τρόικα. Η κατάρρευση της κοινωνικής πρόνοιας, της δημόσιας παιδείας, των στοιχειωδών παροχών υγείας πλήττουν πρώτα και κύρια τις γυναίκες. Αυτές βιώνουν την ανεργία και τις μισθολογικές διακρίσεις, τις περικοπές στα εργασιακά δικαιώματα, στις άδειες, στα επιδόματα, στο δικαίωμα στη μητρότητα και τελικά στο δικαίωμα της πολύπλευρης ανάπτυξης της προσωπικότητάς τους. Οι γυναίκες εξακολουθούν να παρουσιάζονται από τα ΜΜΕ ως εμπορεύσιμα αντικείμενα σεξιστικών και πατριαρχικών αντιλήψεων, γεγονός που ενισχύει τον κοινωνικό συντηρητισμό. Παρά τις κατακτήσεις του φεμινιστικού κινήματος, τα δικαιώματα των γυναικών πλήττονται σε καθημερινές οικογενειακές ιστορίες που θάβονται στην κοινωνική σιωπή.
Σαφή ένδειξη της προτεραιότητας που δίδεται απο την παρούσα κυβέρνηση στα θέματα ισότητας είναι η μείωση του προϋπολογισμού του Εθνικού Μηχανισμού για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και η δραστική κατά συνέπεια μείωση των χορηγιών προς τις Γυναικείες Οργανώσεις. Επιβάλλεται η συνεχής προώθηση των θεμάτων ισότητας στους τομείς της εργασίας, της παιδείας, της συμμετοχής των γυναικών στην πολιτική, της διασφάλισης των κοινωνικών δικαιωμάτων των γυναικών. Η αναγνώριση και ισοτιμία της γυναίκας, πρέπει να είναι αντικείμενο αγώνα, συλλογική συνείδηση και κτήμα της κοινωνίας κάθε μέρα. Γιατί …«δεν μπορεί να υπάρχει, δεν υπάρχει και ούτε θα υπάρξει πραγματική “ελευθερία”, ωσότου δε λυτρωθεί η γυναίκα από τα προνόμια που ο νόμος παραχωρεί στον άντρα, δε λυτρωθεί ο εργάτης από το ζυγό του κεφαλαίου, δε λυτρωθεί ο εργαζόμενος αγρότης από το ζυγό του καπιταλιστή, του τσιφλικά, του εμπόρου».
Βαλεντίνα Λοϊζίδου
Μέλος Εκτελεστικής Γραμματείας ΠΟΓΟ