Γυναίκες που την ποδά τζια την ποτζιεί μερκά

thumbnail

της Μαρίας Μονογιού

Η Σιερίφ εγεννήθηκε τζιαι μεγάλωσε σε ένα χωρκό της Πάφου. Ο τόπος μου, λαλεί κάθε φορά που συναφέρνει το χωρκό της, εν ο πιο όμορφος τόπος του κόσμου. Τζιαι εγύρισε πολλούς τόπους, εν κοσμογύριστη η Σιερίφ μου. Άμα ακούσει ταξίδι σύρνει τα σκουφιά της. Έφτασε μέχρι την Αυστραλία. Τα καλοκαίρια οργανώνει ταξίδια για την Τουρκία. Είπε μου να με πάρει μαζί της, όποτε θέλω, γιατί ξέρει πως έχω καμό να πάω στην Πόλη τζιαι στην Πέργαμο. Εζήτησε μου να την πάρω Αθήνα γιατί θέλει πολλά να δει τον Παρθενώνα, λαλεί. Μακάρι να αξιωθούμε να τα κάμουμε μαζί τούτα τα ταξίθκια.

Μετά τον πόλεμο επήραν τους σε ένα χωρκό της επαρχίας Μόρφου. Ετσι τζιαμαί, πάνω στο ύψωμα που αγναντεύκεις τζιαι τες θκυό μερκές της Κύπρου, έστησαν το νοικοτζιυρκό τους τζιαι εξαναρκέψαν τη ζωή τους που την αρκή. Εδώκαν τους χωράφκια τζιαι καλλιεργούν τα. Έσιει πορτοκαλιές τζιαι λεμονιές. Εσιει τζιαι ζώα τζιαι κάμνει χαλλούμια, έτσι όπως ήταν μαθημένη να κάμνει στο χωρκό της. Όποτε πάω, φορτώνει με, χαλλούμια, φρούτα ως τζιαι σέλινα τζιαι σκόρτα διά μου. Διά μου τζιαι φκιόρα, άλλα κομμένα για το βάζο μου, τζιαι  άλλα φυτεμένα μέσα σε γλάστρες. Έτσι αγγονίστηκα τους κάκτους. Εν η Σιερίφ που με εμπόλιασε τζιαι εμένα με το μεράκι της.

Ξέρω την ιστορία της οικογένειας της, είπε μου την πολλές φορές. Ήξερα ότι είσιε αδερφό αγνοούμενο του 63 αλλά τζιαι αδερφή τζιαι γαμπρό σκοτωμένους του 74. Πριν 2-3 χρόνια ετηλεφώνησε μου τζιαι είπε μου ότι εβρέθηκε ο αδερφός της, ο αγνοούμενος του 1963. Εκάλεσε με να πάω στην κηδεία. Έθελα πολλά να πάω μα τελικά εν επήα.  Ένιωθα περίεργα, λες τζιαι αναλογούσε μου μερίδιο της ευθύνης. Λες τζιαι έφταια για ούλους τους άδικους σκοτωμούς που εγινήκαν που σιέρκα ελληνοκυπρίων. Περίεργο πράμα οι ενοχές. Προπάντων άμα εν θκιαλέουν τα μυαλά των αληθινών ενόχων για να κατοικήσουν.

Κάτι έγραψα για τούτο στα κοινωνικά δίκτυα τζιαι έπιασε με τηλέφωνο μια φίλη μου Παφιτού. Ξέρω την, τούτη την ιστορία, είπε μου.  Ξέρουμε τζιαι ποιοι τον εσκοτώσαν τζιαι θέλω να πεις της φίλης σου ότι ετιμώρησε τους σκληρά η ζωή  τουτους τους θκυό ανθρώπους. Εν είχαν καλό θάνατο τζιαι εβασανιστήκαν πολλά πριν να πεθάνουν. Είπε μου τζιαι άλλες λεπτομέρειες που εν τες εσυγκράτησα τζιαι επαρακάλεσε με να πάρω τη Σιερίφ να την γνωρίσει τζιαι να τη φιλοξενήσει στην Πάφο. Μόλις έκλεισα το τηλέφωνο, έπιασα μονομιάς την Σιερίφ να της πω όσα έμαθα. Μόλις της είπα ότι είχαν κακό θάνατο τούτοι οι φονιάδες, τι μου απάντησε η γεναίκα η νούσιμη ;  

«Νομίζεις Μαρία μου, ότι διά μου χαρά να ξέρω ότι εβασανιστήκαν τούτοι οι άνθρωποι οξά λιανίσκει ο πόνος που είχαμε τόσα χρόνια? Ετο, το μόνο που μου διά παρηορκά εν ότι εν να έσιει ο αρφός μου μια φούχτα χώμα πάνω του…τζιαι μαραζώνω που έφυε η μάνα μου πριν να τον έβρουμε». 

Η Σοφία, η κυρία Σοφία, μάνα φίλου αγαπημένου, αγαπημένη τζιαι  η ίδια. Εγεννήθηκε τζιαι εμεγάλωσε σε ένα χωρκό της επαρχίας Λευκωσίας. Επαντρεύτηκε που αγάπη τζιαι εζησε μέσα στην αγάπη. Τριγυρισμένη που τα παιθκιά, τα αγγόνια της τζιαι τες βασιλιτζιές της. Όμορφες βασιλιτζιές ψηλές φουντωτές, πλούσιες, αναγιωμένες με αγάπη… εμουσκομυρίζαν το χωρκό όπως τζιαι τα παιθκιά της όποθεν εθκιαβαίναν.  Όμορφη τζιαι η κυρία Σοφία, με ένα πρόσωπο στροτζυλό, αφράτο τζιαι μια ψυσιή , ψουμί βραστό να το μοιράζει στα παιθκιά τζιαι τα αγγόνια της. Να μοιράζει την αγάπη της απλόσιερα μα πάντα να της μεινίσκει στο σιέρι τζιείνο το κομμάτι, το αμοίραστο, το αζήτητο… Τζιείνο το κομμάτι που αλμύρισε που τα δάκρυα τοσων γρόνων προσμονής. Το κομμάτι που ήταν για τον Αντρίκκο της, το γιό της, τον αγνοούμενο που τον εκαρτέραν ως την τελευταία ώρα της ζωής της…

Αξιώθηκε τέσσερα παιθκιά η Σοφία, καρπούς της αγάπης της με τον Παυλή της. Ανάγιωσε τα με δυσκολίες τζιαι αγώνες, να τα μορφώσει να τα καλοπαντρέψει. Επάντρεψε τες κόρες πριν το πραξικόπημα τζιαι την εισβολή.  Στο πραξικόπημα είσιε 2 γιουδες στρατιώτες. Ο μιτσής εστράφηκε, ο μεγάλος εν ήρτεν πίσω ποττέ… Τουλάχιστον εν ήρτε, όσο ήταν ακόμα ζωντανή η κυρία Σοφία… Μα η κυρία Σοφία είσιε ελπίδα, έζησε με την ελπίδα … εν την έχασε ποττέ… εκαρτέραν τον ως το τέλος να έρτει πίσω ζωντανός.

Τραγική ειρωνεία η κυρία Σοφία επέθανε το 2009, λίους μήνες πριν να ταυτοποιηθούν τα οστά του Αντρέα της. Η κυρία Σοφία έφυε με τον καημό… τζιαι με μια ευτζιή «να μεν ξαναγενεί γιε μου τούτο το κακό. Να μεν ξανανιώσουν άλλοι γονιοί έτσι καμό σαν τον δικό μας, να μεν ηξέρεις που βρίσκεται το παιδί σου, αν εν καλά, αν πονεί, αν υποφέρει, αν εν φυλακισμένος …»

Τούτες εν οι γυναίκες της πατρίδας μου… Βασανισμένες που τον πόλεμο, σακατεμένες που το μίσος… Μια γενιά που εθρήνησε, μα έκαμε το πόνο της στίχους, τσιαττιστά … Έγραφε η Σοφία σε ένα δεφτέρι τους καημούς της… ήβραν το τα παιθκιά της μετά το θάνατο της. Οι στίχοι που έγραψε για τον Αντρίκκο της αφιερωμένοι, που τα παιθκιά της κυρίας Σοφίας, στη Σιερίφ μου μα και σε ούλες τες γυναίκες της Κύπρου.

Στερέψασιν τα μάδκια μου τζιαι δάκρυ πια δεν βκαίνει

Μα η καρκιά ώσπου λακτά έννα τον περιμένει

Εγέρασα τζιαιν ημπορώ σχεδόν να παρπατήσω

Μα καρτερώ πέρκι τον δώ τζι έτσι να ξεψυσιήσω

Μάνες που έσιετε παιδικιά ούλλα να τα χαρείτε

Τζι αγγόνια τζιαι δισέγγονα να καταξιωθείτε

Καμμιά σας να μεν πάθετε σαν έπαθα εγιώ

Γιατ’ εν έσιει σιειρότεερον πασ’τούντη γη καμό